Αρχαιογνωστικός Οδηγός «Πάνθεον»
Άβαξ -
Άβαξ: (Αρχαιολ.)
Στην αρχιτεκτονική άβαξ καλείται η πλάκα μεταξύ του κιονόκρανου και του επιστυλίου. Αυτός ο άβαξ διαφέρει κατά το μέγεθος και το σχήμα στους ρυθμούς διαφόρων εποχών και εθνών. Αυτός ο άβαξ ήταν το κιονόκρανο της πρωτόγονης αρχιτεκτονικής. Αργότερα πήρε τη μορφή του απ' αυτόν το κιονόκρανο το οποίο έδωσε απλώς διακοσμητική θέση στον άβακα.
Στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική διακρίνονται οι άβακες σε: υποκιονίους και επικιονοκρανίους, υποτριγλυφίους και υπογεισίους.
α) Άβαξ (υποκιόνιος) καλείται η πλάκα πάνω στην οποία στηρίζεται ο κίονας. Ο δωρικός κίονας δεν έχει άβακα. Στηρίζεται πάνω σε στυλοβάτη. Εντούτοις σε αγγείο του Κλειτίου και Εργοτίμου εικονίζεται δωρικός ναός του οποίου κίονες έχουν ίδια βάση.
Στον ιωνικό ρυθμό ο κίονας έχει ιδιαίτερη βάση την σπείρα και τον τροχίλο, κατά τους χρόνους του Αλεξάνδρου μεταξύ του τροχίλου και του στυλοβάτη παρεμβάλλεται τετράγωνη πλάκα, ο άβακας. Ο κορινθιακός κίονας έχει υποκιόνιο άβακα όμοιο με του κορινθιακού ρυθμού.
β) Άβαξ (επικιονοκράνιος) είναι τετράγωνη πλάκα μεταβατική από τον περιφερειακό κίονα στο ευθύγραμμο επιστύλιο. Στο δωρικό κιονόκρανο ο άβαξ είναι αμέσως πάνω από τον εχίνο και πολλές φορές κοσμείται στην έξω επιφάνεια με μαίανδρο. Ο Βιτρούβιος καλεί "ταινίαν" αυτόν τον άβακα. Το ιωνικό κιονόκρανο αντί άβακος έχει επί της έλικας χαμηλό κυμάτιο επί του οποίου στηρίζεται το επιστύλιο. Ο άβαξ του κορινθιακού κιονόκρανου έχει τις τέσσερις πλευρές να φθάνουν στο μέσον και κοίλες και τις γωνίες κομμένες. Ο άβαξ αυτός στερείται κοσμημάτων.
γ) Άβαξ (υποτριγλύφιος) καλείται η προέχουσα άνω επιφάνεια του επιστυλίου, η ταινία, κατά τον Βιτρούβιο, η οποία συνήθως φέρει επί της εξωτερικής επιφανείας και κάτω από αυτή μαίανδρο, σε όλο το μήκος και στις κανονικές αποστάσεις, μικρές προεξοχές από τις οποίες κρέμονταν οι σταγόνες. Στο εσωτερικό μέρος, αυτός ο άβαξ δεν φέρει ούτε μαίανδρο ούτε σταγόνες. Πάνω στον άβακα στηρίζονται τα τρίγλυφα και οι μετώπες. Ο άβαξ αυτός είναι ίδιος του δωρικού ρυθμού.
δ) Άβακες επίσης καλούνται οι πλάκες του γείσου, αυτές που πάνω στις μετώπες και τα τρίγλυφα του δωρικού ρυθμού φέρουν ανά τρεις σειρές σταγόνων, έξι σε κάθε σειρά, όμοιες με αυτές του υποτριγλυφίου άβακα. Ο Βιτρούβιος καλεί τους υπογεισίους άβακες mutilos (IV, 2,5). Και ο άβαξ αυτός είναι χαρακτηριστικός του δωρικού ρυθμού.
Κατά τη διαμόρφωση νέων ρυθμών και ο άβαξ του κιονόκρανου λάμβανε νέα σχήματα. Έτσι έχουμε τους πολύγλυφους άβακες του Βυζαντινού ρυθμού, τους οκταγωνίους του γοτθικού, τους στρογγυλούς και τους επιμήκεις της Αναγεννήσεως.
Άβαξ ή αβάκιον: (Μαθημ.)
Ήταν λογιστική μηχανή ετρουσκικής προέλευσης που χρησιμοποιούνταν από τους Ρωμαίους σε όλους τους αριθμητικούς υπολογισμούς τους. Τέτοιο είδος λογιστικού άβακα βρέθηκε στην Ελευσίνα. Είναι μαρμάρινος και έχει αυλάκια και διάφορα άλλα σημεία που ευκολύνουν την εκτέλεση αριθμητικών πράξεων με ψηφία.
Η χρήση του άβακα ήταν αρκετά διαδεδομένη κατά την αρχαιότητα. Αρχικά ήταν πλάκα ξύλινη ή λίθινη ή μεταλλική πάνω στην οποία έγραφαν αριθμούς. Παλαιότατο είδος άβακα ήταν σανίδα με στεφάνη γεμάτη άμμο ή στάχτη πάνω στην οποία χάραζαν αριθμητικά σημεία ή γράμματα. Χρήση του άβακα έκαναν οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι, οι Γερμανοί και οι Γάλλοι. Αυτός ο άβαξ ήταν επίμηκες πλαίσιο πάνω στο οποίο ήταν τεταμένες παράλληλες χορδές που η κάθε μία έφερε δέκα σφαιρίδια. Η πρώτη προς τα δεξιά γραμμή παρίστανε τις μονάδες, η δεύτερη τις δεκάδες, η τρίτη τις εκατοντάδες κ.ο.κ.
Για να γραφτεί αριθμός πάνω στον άβακα σύρονταν τα σφαιρίδια προς το πάνω μέρος του άβακα, κατόπιν κατεβάζονταν τόσα σφαιρίδια σε κάθε χορδή όσα είναι οι αντιστοιχούσες προς τη χορδή μονάδες, δεκάδες, εκατοντάδες κ.λπ. του γραφόμενου αριθμού. Έτσι για παράδειγμα για να γραφτεί ο αριθμός 2675 κατεβαίνουν 5 σφαιρίδια από την πρώτη στα δεξιά χορδή, 7 από τη δεύτερη, 5 από την τρίτη και δύο από την τέταρτη. Αν πρόκειται τώρα να προστεθεί στον αριθμό αυτόν ο αριθμός 1528, θα κατεβάζονταν 8 σφαιρίδια από την πρώτη χορδή, αλλά επειδή μόνο 5 υπήρχαν, ανεβάζονταν και τα άλλα 5, προσθέτονταν ένα σφαιρίδιο στη χορδή των δεκάδων και στη χορδή των μονάδων κατεβάζονταν 3 σφαιρίδια. Κατόπιν στη δεύτερη χορδή κατεβάζονταν 2 σφαιρίδια. Στην τρίτη χορδή έπρεπε να καταβιβασθούν 5 σφαιρίδια, αλλά μόνο 4 υπήρχαν. Κατεβάζονταν λοιπόν ένα σφαιρίδιο στην τέταρτη χορδή και ανεβάζονταν όλα της τρίτης εκτός από ένα. Στην τέταρτη χορδή κατεβάζονταν ένα σφαιρίδιο και έχουμε έτσι τον αριθμό 3.103.
Οι προσθέσεις μέσω του άβακα γίνονταν γρήγορα και πολύ εύκολα. Οι αφαιρέσεις γίνονταν με τον αντίθετο τρόπο. Ο άβαξ χρησιμοποιείται στις μέρες μας στα νηπιαγωγεία για τη διδασκαλία των πρώτων γνώσεων της αριθμητικής. Είναι δε πολύ διαδεδομένος στην Ινδία και στην Κίνα.
* Άβαξ καλούνταν η πλάκα πάνω στην οποία απέθεταν αγγεία προς θυσία ή και προς επίδειξη, επίσης και το τραπέζι πάνω στο οποίο τίθονταν αυτά.
* Άβαξ καλούνταν το σκεύος μέσα στο οποίο μαγείρευαν ή ζύμωναν τον άρτο.
* Άβαξ ήταν ξύλινη σανίδα από ελεφαντόδοντο πάνω στην οποία έπαιζαν πεσσούς ή κύβους. Εφευρέτης αυτού ήταν κατά την παράδοση ο Παλαμήδης και γι' αυτό καλείται "Παλαμήδειον αβάκιον".
άβατον:
Ονομάζεται το μέρος των αρχαίων ναών όπου οι βέβηλοι δεν μπορούσαν να εισέλθουν, το καλούμενο άδυτο. Ο Βιτρούβιος (Βιβλ. ΙΙ κεφ. VIII, 15) διηγείται ότι οι Ρόδιοι ονόμασαν Άβατον οικοδόμημα που έκτισαν για να αποκρύψουν από τα βλέμματα μνημείο που ανεγέρθηκε από την Αρτεμισία και διαιώνιζε την μνήμη της νίκης κατά των Ροδίων. Αυτό το τρόπαιο αποτελούνταν από δύο ορειχάλκινες μορφές και παρίστανε το χέρι του Μαυσώλου να αποτυπώνει τα στίγματα της δουλείας στο μέτωπο της Ρόδου. Ανεγέρθηκε στη νικημένη πόλη της οποίας αργότερα οι κάτοικοί της ανέγειραν το άβατο για να το αποκρύψουν. Έτσι κατορθώθηκε να απομακρυνθεί η τόσο δυσάρεστη ανάμνηση χωρίς να παραβιαστούν τα έθιμα της εποχής εκείνης, κατά την οποία τα τρόπαια θεωρούνταν ιερά μνημεία. Στην Επίδαυρο, άβατον, λέγονταν ο κοιτώνας που χρησιμοποιούσαν οι ασθενείς.